O δρόμος μας για τη λαϊκή δημοκρατία

Ματίας Ράκοσι

Αρχικά, το 1945, όταν η χώρα μας είχε απελευθερωθεί και όταν, μετά από 25 χρόνια παράνομης δουλειάς, το Ουγγρικό Κομμουνιστικό Κόμμα ήταν πλέον σε θέση να παρουσιαστεί σε νόμιμη βάση και ανοιχτά να συμμετέχει στην αρένα της πολιτικής ζωής, σύντομα ανακαλύψαμε ότι ένα μεγάλο μέρος των κομμουνιστών μας δεν μπορούσαν να αφομοιώσουν τη στρατηγική και την τακτική του Κόμματός μας.

Ποιοι ήταν οι στρατηγικοί στόχοι του Κόμματός μας εκείνη την περίοδο;

Όπως όλα τα άλλα Κομμουνιστικά Κόμματα στις χώρες που καταπιέζονταν από το Χίτλερ κατά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, το Ουγγρικό Κομμουνιστικό Κόμμα θεωρούσε ότι ο πιο σημαντικός στρατηγικός στόχος του ήταν η εξάλειψη των γερμανών φασιστών κατακτητών. Για αυτό το σκοπό ευρείς αντιφασιστικοί συνασπισμοί συγκροτήθηκαν από τα Κομμουνιστικά Κόμματα σε αυτές τις χώρες, σύμφωνα με τις οδηγίες του συντρόφου Στάλιν. Αυτοί οι συνασπισμοί περιελάμβαναν αγρότες, μικροαστούς, ακόμα και στοιχεία της μεσαίας αστικής τάξης, με λίγα λόγια όλους εκείνους που ήταν έτοιμοι να συμμετέχουν στον αγώνα για εθνική απελευθέρωση.

Τα Κομμουνιστικά Κόμματα προέβλεψαν ότι η νίκη σε αυτό το δύσκολο αγώνα δεν θα σήμαινε μόνο την ήττα του Ναζισμού, αλλά θα ανέτρεπε και τους συμμάχους του Φασισμού, τους μεγάλους γαιοκτήμονες φεουδάρχες και τους μεγάλους καπιταλιστές. Η νίκη λοιπόν θα είχε ως αποτέλεσμα την αναδιανομή της γης.

Μπορούσε να προβλεφτεί ότι αυτή η νίκη – πετυχαίνοντας τους στόχους μιας αστικοδημοκρατικής επανάστασης- θα άνοιγε το δρόμο για μια δικτατορία του προλεταριάτου, γιατί αυτή θα καθοδηγούνταν από την εργατική τάξη που δίνει την εξουσία στο λαό με επικεφαλής το Κομμουνιστικό Κόμμα.

Ξεκινήσαμε τη δουλειά μας με την οργάνωση του Ουγγρικού Μετώπου Εθνικής Ανεξαρτησίας.

Το μεγαλύτερο τμήμα των συντρόφων μας, οι οποίοι δεν ήξεραν ή αποτύγχαναν να κατανοήσουν αυτό το στρατηγικό σχέδιο, αποδέχτηκαν με έκπληξη αυτό τον ετερόκλιτο συνασπισμό. Πόσο συχνά ακούγαμε να μας επιπλήττουν με τα ακόλουθα λόγια «Δεν είναι αυτό που περιμέναμε από εσάς».Μας έλεγαν ακόμα και τι ανέμεναν…

«Το 1919», έλεγαν, «οι ιμπεριαλιστές ανέτρεψαν την Ουγγρική Σοβιετική Δημοκρατία με τη βία και παλινόρθωσαν τη δικτατορία των μεγαλοτσιφλικάδων και των καπιταλιστών. Τώρα ο Κόκκινος Στρατός μας απελευθέρωσε. Ας αξιοποιήσουμε την ευκαιρία να εγκαθιδρύσουμε ξανά τη δικτατορία του προλεταριάτου»

Αυτοί οι σύντροφοι δεν μπορούσαν να καταλάβουν ότι ενώ οι ιμπεριαλιστές μπόρεσαν να ανατρέψουν δια της βίας- και μόνο προσωρινά- την Ουγγρική δικτατορία του προλεταριάτου και να παλινορθώσουν τη δικτατορία της αστικής τάξης και των μεγαλοτσιφλικάδων φεουδαρχών, για όσο διάστημα το Κομμουνιστικό Κόμμα δεν είχε κερδίσει την πλειοψηφία της εργατικής τάξης, τον πυρήνα των εργαζόμενων ανθρώπων- και την άνοιξη του 1945 αυτό δεν είχε ακόμα επιτευχθεί- μια δικτατορία του προλεταριάτου δεν θα μπορούσε να ευοδωθεί.

Το 1945 συζητήσαμε αυτά τα θέματα μόνο στο περιορισμένο ακροατήριο των Κομματικών συνελεύσεων. Την εποχή εκείνη δεν είχαμε συζητήσει αυτό το πρόβλημα ενώπιον του λαού γιατί ακόμα και μια θεωρητική συζήτηση για δικτατορία του προλεταριάτου ως τον τελικό μας σκοπό θα μπορούσε να έχει σημάνει συναγερμό στους λοιπούς συμμετέχοντες στο συνασπισμό και θα μπορούσε να βλάψει τις προσπάθειές μας να κερδίσουμε την πλειοψηφία των μικροαστών, αλλά ακόμα και της εργατικής τάξης.

Έφτασε ο καιρός να ξεκαθαρίσουμε, στην ολότητά του και με κάθε λεπτομέρεια, αυτό το ζήτημα και να κάνουμε το κόμμα μας, και τους εργαζόμενους επίσης, να καταλάβουν ότι η δημιουργία μιας Λαϊκής Δημοκρατίας, ως μια διαφορετική μορφή της δικτατορίας του προλεταριάτου, είχε γίνει εφικτή μόνο αφότου είχαμε κερδίσει την αποφασιστική πλειοψηφία των μελών της εργατικής τάξης. Πρέπει να σταθούμε στο πώς μπόρεσε να κερδίσει την πλειοψηφία της εργατικής τάξης, πώς έπεισε τις μάζες των αγροτών εργαζομένων και πώς δημιούργησε τις προϋποθέσεις για μια δικτατορία του προλεταριάτου. Πρέπει επίσης να δείξουμε πώς και πότε περάσαμε από την πρώτη περίοδο της λαϊκής δημοκρατίας, στη δεύτερη περίοδο, εκείνη της δικτατορίας του προλεταριάτου, της οικοδόμησης του σοσιαλισμού. Η ανάλυση και το φώτισμα αυτών των προβλημάτων και η συνειδητοποίηση της εμπειρίας που προκύπτει από αυτές θα μας βοηθήσει σε μελλοντικούς αγώνες και θα ενδυναμώσει τη δυνατότητά μας να προβλέπουμε και να εξασφαλιζόμαστε.

Πρώτα από όλα, ας εξετάσουμε το ρόλο της Σοβιετικής Ένωσης στη δημιουργία της Ουγγρικής Λαϊκής Δημοκρατίας. Ο Σοβιετικός Στρατός μας απελευθέρωσε από τη φοβερή δουλοπαροικία. Με αυτό άνοιξε το δρόμο σε μια δημοκρατική εξέλιξη.  Είναι προφανές ότι η καταλυτική προϋπόθεση- το εναρκτήριο σημείο για τη δημιουργία των Λαικών Δημοκρατιών- ήταν ο αγώνας και η νίκη της Σοβιετικής Ένωσης. Χωρία αυτή δεν θα υπήρχαν Λαϊκές Δημοκρατίες. Η Σοβιετική Ένωση μας προστάτεψε από τη διπλωματική εμπλοκή των Δυτικών Δυνάμεων. Μας υποστήριξε κατά τη διάρκεια των συνομιλιών για την ειρήνευση, και αργότερα, όταν αποκαταστήσαμε διπλωματικές σχέσεις.

Όλα αυτά φυσικά βοήθησαν να μεγαλώσει η κομμουνιστική επιρροή και οι συμπάθειες του εργαζόμενου λαού μας για τη Σοβιετική Ένωση και αυτό έκανε το έργο μας ευκολότερο.

Κατά τη διάρκεια της ανοικοδόμησης και έκτοτε, γνωρίσαμε την υποστήριξη εκ μέρους της Σοβιετικής Ένωσης με εκατοντάδες εκατοντάδων τρόπων. Η μεγαλύτερη βοήθεια, ωστόσο, ήταν οι συμβουλές και οι οδηγίες του δασκάλου και ηγέτη μας, του μεγάλου Στάλιν.

Χωρίς όλους αυτούς τους παράγοντες, η Λαϊκή μας Δημοκρατία δεν θα είχε δημιουργηθεί, η εξέλιξή της δεν θα ήταν τόσο γρήγορη, τόσο ισχυρή και χωρίς βίαια σοκ.

Από τον καιρό της Αγροτικής Μεταρρύθμισης χρησιμοποιήσαμε τακτικές διάσπασης των εχθρών μας ή ουδετεροποίησής τους, αν αυτό ήταν εφικτό. Για αυτό το λόγο ορίσαμε το χαμηλότερο όριο στα 200 εκτάρια, αφήνοντας άθικτη τη μεγάλη πλειοψηφία των κουλάκικων νοικοκυριών. Αυτό ήταν μια μεγάλη βοήθεια στην ομαλή και γρήγορη εφαρμογή της Αγροτικής Μεταρρύθμισης.

Στην αρχή της περιόδου της ανοικοδόμησης υποστηρίζαμε ένα τμήμα της αστικής τάξης το οποίο- έστω και προσωρινά- συμμετείχε στο έργο αυτό. Αυτό αποδείχτηκε ότι μας βοήθησε πολύ στο να ενεργοποιήσουμε τους έχοντες την τεχνογνωσία διανοούμενους, οι οποίοι εκείνο τον καιρό ακολουθούσαν την αστική τάξη.

Όταν απαιτούσαμε κάτι, μετρούσαμε προσεκτικά τις αντιδράσεις, και όταν ήταν εφικτό αρχίζαμε θέτοντας μετριοπαθείς αξιώσεις, εμποδίζοντας κατ’ αυτό τον τρόπο τον εχθρό να συντονίσει και να κινητοποιήσει δυνάμεις εναντίον μας. Τότε αυξάναμε τις απαιτήσεις μας και χρησιμοποιούσαμε, όπου αυτό ήταν εφικτό, προσωρινές μορφές και μέτρα.

Για παράδειγμα, πρώτα απαιτήσαμε μονάχα τον κυβερνητικό έλεγχο επί των τραπεζών. Έπειτα ζητήσαμε την κοινωνικοποίηση των μεγαλύτερων τραπεζών. Αντίστοιχα, στη βιομηχανία, απαιτήσαμε την εθνικοποίηση των ορυχείων: αργότερα, βαθμιαία αυξήσαμε τις απαιτήσεις μας για την εθνικοποίηση των μεγάλων εργοστασίων και των χυτηρίων. Έτσι, η εθνικοποίηση της βιομηχανίας επιτεύχθηκε σε 4-5 φάσεις μέσα σε μερικά χρόνια.

Όταν ο πόλεμος τελείωσε, προσπαθήσαμε να στρέψουμε τις εξελίξεις προς μια σοσιαλιστική επανάσταση. Οι ηγέτες του Κόμματος των Μικροϊδιοκτητών και των Σοσιαλδημοκρατών πάλευαν για την επιβίωση και την ενίσχυση του καπιταλιστικού συστήματος. Συμμετείχαν στην Αγροτική Μεταρρύθμιση παρά τη θέλησή τους.

Το καλοκαίρι του 1945 είχε γίνει προφανές ότι τα στοιχεία του παλαιού καθεστώτος- μεγαλοϊδιοκτήτες γης, τραπεζίτες, εισοδηματίες, πολιτικοί και αξιωματούχοι του καθεστώτος Χόρτι συσπειρώνονταν στο Κόμμα των Μικροϊδιοκτητών. Το Κόμμα αυτό υποστηριζόταν και από την Εκκλησία, ιερείς της οποίας κατείχαν ηγετικά κομματικά αξιώματα. Οι ιμπεριαλιστές μονομιάς απέκτησαν επαφές με αυτό το κόμμα, κυρίως διαμέσου των διπλωματικών τους αποστολών στη Βουδαπέστη.

Η σχετική δύναμη των κομμάτων φάνηκε πρώτη φορά στις εκλογές του Νοεμβρίου του 1945. Το Κόμμα των Μικροϊδιοκτητών πέτυχε απόλυτη πλειοψηφία- 56% των ψήφων. Το Κομμουνιστικό Κόμμα, που πέρασε κατά τι το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα, πήρε 17%. Το Αγροτικό Κόμμα απέσπασε κάτι λιγότερο από 8%.

Είχε καταστεί προφανές λίγες βδομάδες πριν τη διεξαγωγή των εκλογών ότι το Κόμμα των Μικροϊδιοκτητών είχε κερδίσει την πλειοψηφία των ψήφων της αγροτιάς μας, και την πλειοψηφία των μικροαστών.

Ωστόσο, το Κομμουνιστικό Κόμμα αξιοποίησε τα εκλογικά αποτελέσματα για την περαιτέρω ενδυνάμωση των θέσεών του. Έτσι, απαίτησε τις θέσεις του Αναπληρωτή Πρωθυπουργού και του Υπουργού Εσωτερικών, τις οποίες και απέκτησε, μετά από κάποια καθυστέρηση. Προκειμένου να αυξήσουμε την επιρροή μας εντός της Κυβέρνησης, δημιουργήσαμε το Ανώτατο Οικονομικό Συμβούλιο μέσω του οποίου σταδιακά επηρεάζονταν θέσεις κλειδιά στην οικονομική ζωή. Κατ’ αυτό τον τρόπο, παρά τα εκλογικά αποτελέσματα, το Κόμμα μας επέκτεινε την επιρροή του στους πιο σημαντικούς τομείς της κυβερνητικής εξουσίας.

Αλλά οι αξιωματούχοι των Χορτικών κυβερνήσεων άρχισαν σαν αγέλη να τίθενται υπό τις διαταγές της Δύσης. Ο ρυθμός εκκαθάρισης του κυβερνητικού μηχανισμού μειώθηκε. Οι παλιοί μεγαλοϊδιοκτήτες γης και οι δικηγόροι τους αξιοποίησαν όλα τα ένδικα μέσα για να απαιτήσουν την επιστροφή της γης τους από τους νέους της ιδιοκτήτες.

Υπό την επίδραση αυτών των εξελίξεων, οι νέοι ιδιοκτήτες γης (που ξεπερνούσαν σε σύνολο τους 500.000) προσέφυγαν στο Κομμουνιστικό Κόμμα για βοήθεια.

Ταυτόχρονα, αντεπιτεθήκαμε. Στα χωριά και της πόλεις κινητοποιήσαμε τις μαζες, και με τη μορφή λαϊκών δικαστηρίων και λαϊκών κινήσεων απομακρύναμε αντιδραστικά στοιχεία από τη διοίκηση χωριών και πόλεων. Την ίδια στιγμή με αυτή τη δράση το Κόμμα μας ξεκίνησε μια διαδικασία αποκάλυψης των αντιδραστικών στοιχείων στο Κόμμα των Μικροϊδιοκτητών. Το Κομμουνιστικό Κόμμα απαίτησε το Κόμμα των Μικροϊδιοκτητών να λάβει το ίδιο μέτρα ενάντια στα αντιδραστικά αυτά στοιχεία ώστε να εξασφαλίσει την υλοποίηση της αγροτικής μεταρρύθμισης, και να διώξει από τις τάξεις του όλους τους επιφανείς αντιδραστικούς. Αυτές οι απαιτήσεις υποστηρίζονταν ανοιχτά από την Αριστερή πτέρυγα του Κόμματος των Μικροϊδιοκτητών.

Με πρωτοβουλία του Κόμματός μας ένας Αριστερός Συνασπισμός σχηματίστηκε εντός του Μετώπου Ανεξαρτησίας το Μάρτη του 1946, ο οποίος πέρα από το Κομμουνιστικό Κόμμα, το Σοσιαλιστικό και τα Αγροτικά, περιελάμβανε και την Εργατική Συνομοσπονδία. Η νέα οργάνωση- τα κόμματα της οποίας είχαν αποσπάσει το 42% περίπου των ψήφων στις εκλογές- σήμαινε την αύξηση της επιρροής του Κομμουνιστικού Κόμματος στην εργατική τάξη και τη φτωχή αγροτιά.

Για να αναδείξει τα αιτήματά του, ο Αριστερός Συνασπισμός ανακοίνωσε μια διαδήλωση των εργατών της Βουδαπέστης. Και μόνο με την απειλή της ανακοίνωσης μιας μαζικότατης συνάθροισης πάνω από 40.000 πειθαρχημένων διαδηλωτών, το Κόμμα των Μικροϊδιοκτητών συναίνεσε με τα αιτήματά μας και απέπεμψε 21 από τους πιο συμβιβασμένους βουλευτές του. Συμφωνήθηκε ότι με κανέναν τρόπο δεν θα πρέπει να εκδιωχτούν οι νέοι ιδιοκτήτες γης. Ότι μετά την εθνικοποίηση των ανθρακωρυχείων, οι εγκαταστάσεις πετρελαίων και τα σημεία εξόρυξης βωξίτη θα εθνικοποιούνταν επίσης, ότι οι τράπεζες θα τίθονταν υπό κρατική επίβλεψη, ότι η Manfred Weisz Works στο Csepel, τα εργοστάσια του Ganz, η Μεταλλουργία του Ozd θα αναλαμβάνονταν από το Κράτος και οι επιτροπές εκκαθάρισης του κρατικού μηχανισμού από αντιδραστικά στοιχεία θα περιελάμβαναν και εκπροσώπους των συνδικάτων.

Έτσι, 4 μήνες μετά την εκλογική επικράτηση του Κόμματος των Μικροϊδιοκτητών, μια νέα στροφή είχε υπάρξει: όχι μια γενική επίθεση στον καπιταλισμό, αλλά πήραμε ευάλωτες μεν, αλλά προκεχωρημένες θέσεις, οι οποίες διευκόλυναν το δρόμο μας προς την προλεταριακή δικτατορία.

Σε συνέχεια της επιτυχούς αντεπίθεσης του Μάρτη του 1946, η αποκάλυψη, η εξάλειψη και η απομόνωση των αντιδραστικών στοιχείων του Κόμματος των Μικροϊδιοκτητών συνέχισε ακατάπαυστα. Το Κόμμα αυτό συνεχώς υποχρεωνόταν να αποκλείσει ή να διαγράψει μεμονωμένα άτομα ή ομάδες ατόμων.

Αυτό το έργο το ονομάσαμε «η τακτική του σαλαμιού», χάρη στην οποία κόψαμε σε κομμάτια την αντίδραση που κρυβόταν στο Κόμμα των Μικροϊδιοκτητών. Σε αυτό τον χωρίς σταμάτημα αγώνα μας, μειώσαμε τη δύναμη του εχθρού και την επιρροή του και ταυτόχρονα αυξήσαμε τη δική μας.

Το Κόμμα των Μικροϊδιοκτητών απέρριψε την πρόταση του Κομμουνιστικού Κόμματος για εθνικοποίηση των εργοστασίων, για την επιβολή στους κουλάκους και τους τσιφλικάδες να πληρώσουν τέλος εσοδείας και την επιβολή φόρου ιδιοκτησίας.

Το 3ο Συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος που έλαβε χώρα στα τέλη του Σεπτέμβρη του 1946 φώτισε πιο αποφασιστικά το δρόμο που είχαμε ήδη θέση το Μάρτη. Τα συνθήματά του ήταν «έξω οι εχθροί του λαού από το Συνασπισμό» και «Ανοικοδομούμε τη χώρα για το λαό, όχι για τους καπιταλιστές».

Ο πιο σημαντικός στόχος που τέθηκε από το Συνέδριο ήταν η εγκαθίδρυση μιας λαϊκής δημοκρατίας, γιατί μόνο μέσω αυτής θα μπορούσε η χώρα μας να προχωρήσει στο Σοσιαλισμό χωρίς εμφύλιο πόλεμο.

Στο μεταξύ η αντίδραση αναθάρρησε με τις επικείμενες διαπραγματεύσεις για ειρήνευση. Εκτίμησε ότι λίγους μήνες μετά τη σύναψη Συνθήκης Ειρήνης τα σοβιετικά στρατεύματα θα εγκατέλειπαν τη χώρα.

Οι κομμουνιστές απάντησαν με την αποκάλυψη της συνομωσίας. Οι οξείες διαμάχες του χειμώνα του 1946-47 είχαν επίκεντρο αυτή. Οι Μικροϊδιοκτήτες σε αυτή τη φάση υποστηρίζονταν από τους Σοσιαλδημοκράτες.

Αποκαλύπτοντας τη συνομωσία κατέστη προφανές ότι τα νήματα της καθοδηγούσε ένας από τους υπουργούς και μάλιστα ο Γενικός Γραμματέας του Κόμματος των Μικροϊδιοκτητών, ο Μπέλα Κόβατς.

Κατά τη διάρκεια της αποκάλυψης της συνωμοσίας, το Κόμμα των Μικροϊδιοκτητών για άλλη μια φορά υποχρεώθηκε να αποκλείσει έναν αριθμό μελών του, από τους οποίους πολλοί φυλακίστηκαν όντας συνωμότες.

Τελικά ανακαλύφθηκε ότι ο αρχηγός των Μικροϊδιοκτητών, ο Φέρεντς Νάγκι, o οποίος παραθέριζε στην Ελβετία, ήταν ο πραγματικός εγκέφαλος της συνωμοσίας. Προτίμησε να παραιτηθεί και να παραμείνει στην Ελβετία παρά να επιστρέψει στη Βουδαπέστη και να αντιμετωπίσει τις κατηγορίες εναντίον του.

Τρεις μέρες αργότερα ο Καθολικός ιερέας, Μπέλα Βάργκα, ο Μικροϊδιοκτήτης Πρόεδρος του κοινοβουλίου, ο οποίος ήταν επίσης αναμεμειγμένος στη συνωμοσία, εγκατέλειψε τη χώρα.

Αποκαλύπτοντας τη συνωμοσία πετύχαμε την αποδέσμευση ενός μεγάλου τμήματος αγροτών που βρίσκονταν στο Κόμμα των Μικροϊδιοκτητών, όπως επίσης και των μικροαστικών μαζών από την επιρροή της αντίδρασης. Κατ’ αυτό τον τρόπο το Κόμμα των Μικροϊδιοκτητών άρχισε να καταρρέει.

Με αυτή μας τη θέση δεν αφήσαμε χρόνο στον εχθρό να ανασυνταχθεί, αλλά προτείναμε νέες εκλογές τις εβδομάδες που υπήρχε μεγάλη σύγχυση, έλλειψη αλληλοβοήθειας και εχθρότητα ανάμεσα στα νέα αντιδραστικά αντιπολιτευόμενα κόμματα.

Οι Δυτικοί Ιμπεριαλιστές τώρα προσπάθησαν να ωθήσουν το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα στο προσκήνιο ενάντια στο Κομμουνιστικό Κόμμα.

Απαντήσαμε σθεναρά, επισημαίνοντας ότι ήταν καιρός να υλοποιήσουμε μια οργανωτική ενότητα των εργαζομένων, μέσω της ενοποίησης των δύο κομμάτων. Οι σοσιαλδημοκράτες εξωθήθηκαν στην κοινή εκλογική κάθοδο με το Κομμουνιστικό Κόμμα.

Οι εκλογές του 1947 κατέγραψαν μια άνοδο 40% των κομμουνιστικών ψήφων, που σήμαινε ότι η πλειοψηφία των βιομηχανικών εργατών είχε αρχίσει να συσπειρώνεται γύρω από το Κομμουνιστικό Κόμμα.

Μετά τις εκλογές, οι εχθροί μας έκαναν άλλη μια προσπάθεια να αποπέμψουν τους Κομμουνιστές από την Κυβέρνηση, διεκδικώντας ακόμα και το Υπουργείο Εσωτερικών. Το Κόμμα μας ενεργά απέρριψε τέτοια αιτήματα.

Στα τέλη του Σεπτέμβρη του 1947 μια νέα κυβέρνηση σχηματίστηκε, στην οποία, λαμβάνοντας υπόψη της νέες συνθήκες, ο ηγετικός ρόλος του Κομμουνιστικού Κόμματος κατέστη ακόμα πιο φανερός. Έτσι επιταχύναμε το ρυθμό ανάπτυξης. Το προδοτικό κόμμα Pfeiffer διαλύθηκε.

Αυτό είχε ως συνέχεια, λίγες μέρες μετά, ένα νέο σημαντικό βήμα: την εθνικοποίηση των μεγάλων τραπεζών, μέσω της οποίας κοινωνικοποιήθηκε ένα σημαντικό κομμάτι της Ουγγρικής βιομηχανίας. Αυτό διεύρυνε ακόμα πιο πολύ την επιρροή μας στις εργαζόμενες μάζες. Μας επέτρεψε να εξαπολύσουμε ένα αποφασιστικό χτύπημα ενάντια σε εχθρικές δυνάμεις που κρύβονταν στο Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα. Συγκροτήσαμε ειδική επιτροπή για αυτό το θέμα, αποκαλύπτοντας όλο και πιο ανοιχτά και συγκροτημένα τους μηχανισμούς με τους οποίους οι ηγέτες του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος παρεμπόδιζαν την ανάπτυξη της λαϊκής μας δημοκρατίας.

Η πάλη για την κατάκτηση της πλειοψηφίας των βιομηχανικών εργατών έληξε με τη νίκη των κομμουνιστών και με την ολοκληρωτική ήττα του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος. Τον Ιούνιο του 1948 τα δύο κόμματα ενώθηκαν στη βάση των Λενινιστικών-Σταλινικών αρχών.

Το Κόμμα μας πέτυχε την υποστήριξη της αποφασιστικής πλειοψηφίας των εργαζόμενων μαζών και εξασφάλισε τη δημιουργία μιας προλεταριακής δικτατορίας με τη βοήθεια της ορθής εφαρμογής της μπολσεβίκικης τακτικής. Το Κομμουνιστικό Κόμμα απέκτησε τον ηγετικό ρόλο στην κυβέρνηση, εθνικοποίησε τα ορυχεία, έθεσε υπό τον έλεγχό της τις ένοπλες δυνάμεις, διέλυσε τον παλιό κρατικό μηχανισμό και άρχισε να δημιουργεί έναν άλλο μέσα από τις τάξεις του προλεταριάτου.

Έχοντας και τα δύο χέρια μας απασχολημένα με το κέρδισμα των μαζών των εργατών και των αγροτών, πρακτικά είχαμε αναβάλει χρονικά την πάλη μας για τον έλεγχο του στρατού. Το πετύχαμε αυτό εμποδίζοντας το Στρατό να φτάσει τη δύναμη που επέτρεπε η Εκεχειρία και η Συνθήκη Ειρήνης.

Μέχρι το 1948 η δύναμη του Στρατού αποτελούταν από μόλις 12000 άντρες, έναντι των 65-70000 που προνοούσε η συνθήκη, και η πλειοψηφία αυτών ήταν διασπαρμένη σε διάφορες μικρές μονάδες στην παραμεθόριο.

Στη Βουδαπέστη, όπου η πολιτική μοίρα της χώρας καθοριζόταν, δεν υπήρχε καθόλου στρατιωτική φρουρά, έτσι ώστε κατά καιρούς αντιμετωπίζαμε δυσκολίες στην εύρεση ατόμων για τις ξένες πρεσβείες.

Αλλά ακόμα και σε αυτό το μικρό στρατό, η πάλη στους πιο κοντινούς στρατώνες προχώρησε σε κάθε θέση από τους κατώτερους αξιωματικούς ως το στρατηγό.

Όταν, ωστόσο, ο αγώνας σε πολιτικό επίπεδο είχε κριθεί, φυσικά άλλαξαν και οι συνθήκες και μέσα στο στρατό. Ήμασταν τότε σε θέση να εξασφαλίσουμε ότι ο στρατός είχε γίνει ένας πραγματικός Λαϊκός Στρατός. Όταν το φθινόπωρο του 1948 το Κόμμα μας ανέλαβε το Υπουργείο Άμυνας, μπορούσαμε πλέον να δραστηριοποιηθούμε και στο θέμα αυτό.

Μια απεγνωσμένη πάλη λάμβανε χώρα όλα αυτά τα χρόνια στους κόλπους της Αστυνομίας, την αρμοδιότητα για την οποία είχε ήδη στα χέρια του το Κόμμα.

Υπήρχε μια μόνο θέση, τον έλεγχο της οποίας ζητούσε το Κόμμα μας από την πρώτη στιγμή, και δεν ήταν διατεθειμένο να δεχτεί κατ’αναλογία με τη δύναμη εντός του Συνασπισμού τον διαμοιρασμό των πόστων της: αυτή ήταν η Κρατική Ασφάλεια. Κρατήσαμε στα χέρια μας αυτό τον οργανισμό από την πρώτη στιγμή της ίδρυσής του. Έτσι εξασφαλίσαμε ότι θα παρέμενε ένα αξιόπιστο και δυνατό όπλο για τον αγώνα για τη λαϊκή δημοκρατία.

29 Φλεβάρη 1952

Centre d'Information et de Documentation, Paris. Hongrie. Évolution de la mentalité de la population 1951-1955. 1205/OC. 254016. F 60 BIS 5521.

Click here to return to the material in other languages.